|
|
Πάρος
Η Πάρος είναι το τρίτο σε μέγεθος νησί των Κυκλάδων και βρίσκεται δυτικά της Νάξου, από την οποία τη χωρίζει στενός δίαυλος πλάτους 3 περίπου μιλίων, ενώ από τον Πειραιά απέχει 90 ναυτικά μίλια. Έχει έκταση 194,46 τ.χλμ. και το μήκος των ακτών της φθάνει τα 118,5 χλμ. Ο μόνιμος πληθυσμός του νησιού, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή, είναι 14.000 κάτοικοι, ενώ οι ετήσιοι επισκέπτες ξεπερνούν τους 200.000.
Η γεωγραφική θέση της Πάρου στο κεντρικό Αιγαίο, το σταυροδρόμι των θαλάσσιων δρόμων που συνδέουν την ηπειρωτική Ελλάδα με τα νησιά του Αρχιπελάγους, τα μικρασιατικά παράλια και ευρύτερα τη Μεσόγειο, αποτέλεσε τη διαχρονική βάση για την ανάπτυξη του νησιού. Οι ακτές της Πάρου αλλού σχηματίζουν όμορφες παραλίες (κυρίως στην ανατολική πλευρά της) και φυσικά λιμανάκια και αλλού είναι απότομες και βραχώδεις. Στη βόρεια πλευρά της σχηματίζεται ο μεγάλος κόλπος της Νάουσας, ένα από τα πιο γραφικά λιμάνια του Αιγαίου.
Το κλίμα του νησιού είναι τυπικό κυκλαδίτικο: εύκρατο, ξηρό, με ήπιους χειμώνες και λίγες βροχοπτώσεις. Η μέση ετήσια θερμοκρασία είναι περίπου 18 βαθμοί Κελσίου, ενώ από τον Μάϊο έως τον Σεπτέμβριο η θερμοκρασία ανεβαίνει σημαντικά. Κατά τη διάρκεια του Αυγούστου, για 20-30 μέρες περίπου, τη ζέστη του καλοκαιριού μετριάζουν τα μελτέμια, βόρειοι άνεμοι που φυσούν με ένταση 5-7 μποφόρ κατά τη διάρκεια της ημέρας και το βράδυ καταλαγιάζουν.
Η χλωρίδα του νησιού είναι πλούσια: στην παραθαλάσσια ζώνη συναντάται ο κρίνος της θάλασσας, ο αμάραντος, διάφορα άλλα αγκάθια και το κρίταμο. Στα πεδινά φύονται φίδες, σχινάρια, κέδροι, ρείκια κ.α., ενώ στις ημιορεινές και ορεινές εκτάσεις συναντάται επιπλέον φασκόμηλο, ρίγανη, μάραθο, δεντρολίβανο, αλλά και κυκλάμινα και ανεμώνες. Στη βλάστηση της Πάρου κυριαρχούν τα αρμυρίκια, τα κυπαρίσσια, τα πεύκα, οι χαρουπιές, οι αροκάριες, τα αμπέλια, οι συκιές και οι ελιές. Οι υγρότοποι της Πάρου προσθέτουν ψηφίδες φυσικής ομορφιάς στο τοπίο, πλουτίζουν τη χλωρίδα της και αποτελούν ζωτικό χώρο για τα μεταναστευτικά πουλιά που συναντώνται στις Κολυμπήθρες Νάουσας, στη Σάντα Μαρία, στον Μώλο, στη Χρυσή Ακτή, στην Αλυκή, στον Κάμπο και στα Λιβάδια Παροικιάς. Καλλιέργειες υπάρχουν σε πεζούλες στις πλαγιές των λόφων και σε αρκετές πεδινές εκτάσεις. Το νησί παράγει εξαιρετικής ποιότητας ελαιόλαδο, πατάτες, κρασιά, κηπευτικά, φρούτα και δημητριακά.
Oι μόνιμοι κάτοικοι, οι Παριανοί, ασχολούνται κυρίως με την αλιεία, την γεωργία, την κτηνοτροφία και τον τουρισμό. Ανάμεσα στα ποικίλα και υψηλής ποιότητας προϊόντα, παράγονται ετησίως μεγάλες ποσότητες οίνου με συνέπεια να έχει μικρές βιομηχανικές μονάδες οινοποιίας και ουζοποιίας - και συγκεκριμένα της περιβόητης τοπικής "σούμα". Η περίφημη παριανή γραβιέρα, το λάδι και τα σύκα καλύπτουν κυρίως τις ανάγκες των κατοίκων. Ευφορότερες περιοχές είναι της Παροικιάς και της Μάρπησσας. Επίσης η Πάρος έχει αξιόλογα ορυκτά, μεταξύ των οποίων πρωτεύουσα θέση έχει το ονομαστό χιονόλευκο μάρμαρο της Πάρου.
Ιστορία της Πάρου
Η ναυσιπλοΐα στο Αιγαίο είχε ήδη αναπτυχθεί από την 9η χιλιετία π.Χ., μόνον όμως κατά την νεολιθική εποχή (6800 - 3200 π.Χ.) τα νησιά του Αιγαίου κατοικήθηκαν συστηματικά. Πρώτα ίχνη κοινωνικής ζωής στην Πάρο έχουμε στο νησάκι Σαλιαγκό, μεταξύ Πάρου και Αντιπάρου, όπου ιδρύθηκε ένας από τους αρχαιότερους οικισμούς του προϊστορικού Αιγαίου (5η – 4η χιλιετία π.Χ.).
Την εποχή του χαλκού (3200 - 1100 π.Χ ) εμφανίζονται στον ελληνικό χώρο τρεις μεγάλοι πολιτισμοί: ο Κυκλαδικός (3200 - 2000 π.Χ.), ο Μινωικός (2000 - 1500 π.Χ.) και ο Μυκηναϊκός (1600 - 1100 π.Χ.). Στον λόφο του Κάστρου της Παροικιάς εντοπίστηκαν λείψανα πρωτοκυκλαδικού οικισμού, ενώ αξιόλογοι οικισμοί της ίδιας περιόδου εντοπίστηκαν και σε διάφορα άλλα σημεία της Πάρου (Κάμπος, Δρυός, Κουκουναριές, Πλαστήρας, Γλυφά, Φάραγκας). Την εποχή της Μινωικής κυριαρχίας στο Αιγαίο η Πάρος αποτελεί μεγάλο στρατιωτικό και εμπορικό κέντρο του Μινωικού κράτους και εποικίζεται από Κρήτες. Σύμφωνα με την μυθολογία, ο αρχηγός των Κρητών που εποίκισαν το νησί, ο Αλκαίος, έκτισε την πρώτη πόλη στη θέση της σημερινής Παροικιάς δίνοντάς της το τιμητικό όνομα Μινώα (βασιλική πόλη). Με την αποδυνάμωση της Μινωικής Κρήτης, στην ηπειρωτική Ελλάδα εμφανίζεται η δύναμη των Μυκηνών. Στην Πάρο λείψανα του Μυκηναϊκού πολιτισμού ανακαλύφθηκαν στο ύψωμα Κουκουναριές, κοντά στη Νάουσα και στον λόφο του κάστρου της Παροικιάς.
Στο γύρισμα της χιλιετίας, μία ομάδα Αρκάδων με αρχηγό τον Πάρο εγκαθίσταται στο νησί και του δίνει το όνομα του αρχηγού της. Λίγο αργότερα φθάνουν καινούργιοι άποικοι, οι Ίωνες. Η Πάρος εξελίσσεται σε μεγάλη ναυτική δύναμη. Το εμπόριο του μαρμάρου φέρνει πλούτη στο νησί, αλλά παράλληλα αναπτύσσεται η γεωργία και η κτηνοτροφία.
Παριανοί ιδρύουν το 680 π.Χ. αποικία στην Θάσο και εκμεταλλεύονται τα κοιτάσματα χρυσού των θρακικών παραλίων. Η γλυπτική ανθεί στην Πάρο, όπου δημιουργούνται φημισμένα εργαστήρια γλυπτικής. Ιδιαίτερη άνθηση γνωρίζει τον 7ο π.Χ. αιώνα και η ποίηση, με κύριο εκπρόσωπο τον λυρικό ποιητή Αρχίλοχο που θεωρείται ισάξιος του Ομήρου. Στην Ανατολή εμφανίζεται πλέον μια νέα δύναμη, οι Πέρσες.
Η ολιγαρχική εξουσία της Πάρου δέχεται στο νησί τους Πέρσες και ένα μεγάλο τμήμα του στρατού της ακολουθεί τον περσικό στόλο στις εκστρατείες εναντίον της Ελλάδας. Μετά την ήττα των Περσών (480 π.Χ.), ο αθηναϊκός στόλος με επικεφαλής τον Θεμιστοκλή φτάνει στο νησί και υποχρεώνει την Πάρο να γίνει μέλος της αθηναϊκής συμμαχίας. Την εποχή αυτή ζουν και δημιουργούν οι φημισμένοι Παριανοί γλύπτες Αγοράκριτος και Σκόπας. Η πόλη της Πάρου (στην θέση της σημερινής Παροικιάς) έχει την εποχή εκείνη 50.000 κατοίκους, θαυμάσια οικοδομήματα και ναούς, θέατρο και στάδιο. Με το τέλος της κλασικής περιόδου, η Πάρος συμμαχεί με τους Μακεδόνες μέχρι τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Η περίοδος που μεσολαβεί από τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου μέχρι την υποταγή των διαδόχων του στους Ρωμαίους είναι εποχή συγκρούσεων και ανακατατάξεων με νέα βασίλεια να διεκδικούν την κυριαρχία στις Κυκλάδες. Η Πάρος για πολλά χρόνια βρίσκεται κάτω από την κυριαρχία των Πτολεμαίων.
Η Πάρος και οι υπόλοιπες Κυκλάδες μαζί με ένα μεγάλο τμήμα της ηπειρωτικής Ελλάδας αποτελούν επαρχία της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Η ανάπτυξη ανακόπτεται. Το νησί χρησιμοποιείται σαν τόπος εξορίας.
Ο χριστιανισμός διαδόθηκε στην Πάρο από τον 4ο αιώνα, όπως προκύπτει από τα κατάλοιπα των παλαιοχριστιανικών εκκλησιών και μνημείων. Τότε κτίστηκε και η πρώτη εκκλησία της Παναγίας της Εκατονταπυλιανής, με εντολή της Αγίας Ελένης. Από τον 10ο αιώνα και μετά η Πάρος βρίσκεται στο επίκεντρο πειρατικών επιδρομών που προκαλούν εκτεταμένες καταστροφές.
Η Πάρος εντάσσεται στο Δουκάτο του Αιγαίου (1207) και περιέρχεται διαδοχικά σε διάφορες βενετσιάνικες οικογένειες. Οι κάτοικοι του νησιού δουλεύουν στα χωράφια σαν δουλοπάροικοι χωρίς να ορίζουν την γη, ενώ εξακολουθούν να ταλαιπωρούνται από πειρατικές επιδρομές και λεηλασίες. Η Νάουσα γίνεται βάση πειρατών. Την περίοδο της ενετοκρατίας κτίζεται το κάστρο της Παροικιάς, της Νάουσας και του Κέφαλου (Μάρπησσα).
Με την κατάληψη του νησιού από τον φοβερό πειρατή Μπαρμπαρόσα (1537) και την ερήμωση που ακολουθεί κλείνει το κεφάλαιο της ενετοκρατίας για την Πάρο. Το κατεστραμμένο πλέον νησί κυριεύεται από τους Τούρκους (1560). Κατά την διάρκεια των ρωσοτουρκικών πολέμων (1770 - 1777) ο ρωσικός στόλος χρησιμοποιεί τον ασφαλή όρμο της Νάουσας ως ορμητήριο για να επικρατήσει στο Αιγαίο.
Η Πάρος παίρνει ενεργό μέρος στην ελληνική επανάσταση (1821). Οι Κυκλάδες, μαζί με την Πελοπόννησο και την Στερεά Ελλάδα, αποτελούν τον πυρήνα του ελεύθερου ελληνικού κράτους. Ιδιαίτερα δοκιμάστηκε η Πάρος κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχής. Μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου οι Παριανοί αναγκάζονται να μεταναστεύσουν αρχικά στον Πειραιά και αργότερα στο εξωτερικό. Γύρω στο 1960 αρχίζει μία καινούργια περίοδος ανάπτυξης για την Πάρο, που βασίζεται κυρίως στον τουρισμό. |
|
|
|
|